Δασώδης στα πολωνικά

Μετάφραση: δασώδης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
leśny, lesisty, drzewiasty, drzewny, drewniany, zalesiony, zalesione, zalesiona, zalesionej
Δασώδης στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασώδης

ο δασώδης, δασώδης λεξικό γλώσσας πολωνικά, δασώδης στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δασοφύλακας στα πολωνικά - leśnictwo, leśniczy, leśnik, komandos, obieżyświat, ranger, strażnik
  • δασύς στα πολωνικά - włochaty, gęsty, kudłaty, kosmaty, spójny, spoisty, shaggy, ...
  • δαχτυλίδι στα πολωνικά - dźwięczeć, ring, pierścionek, kółko, telefonować, pierścień, dzwonić, ...
  • δείγμα στα πολωνικά - wzornik, osobnik, znamię, jałmużna, próba, ulotka, leksem, ...
Τυχαίες λέξεις
Δασώδης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: leśny, lesisty, drzewiasty, drzewny, drewniany, zalesiony, zalesione, zalesiona, zalesionej