Εθελοντικά στα πολωνικά
Μετάφραση: εθελοντικά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dobrowolnie, własnowolnie, dobrowolne, dobrowolnego, własnej woli
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εθελοντικά
εθελοντικά προγράμματα στο εξωτερικό, εθελοντικά προγράμματα καλοκαίρι 2014, εθελοντικά ταξίδια, εθελοντικά προγράμματα καλοκαίρι 2013, εθελοντικά προγράμματα 2014, εθελοντικά λεξικό γλώσσας πολωνικά, εθελοντικά στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- εθίζω στα πολωνικά - nałogowiec, entuzjasta, narkoman, uprawiać, oddawać, addict, uzależniony, ...
- εθελοντής στα πολωνικά - ochotnik, ofiarowanie, wolontariusz, ochotniczy, wolontariuszy, wolontariuszem
- εθελοντικός στα πολωνικά - dobrowolność, dobrowolny, nieobowiązkowy, dobrowolne, dobrowolnego, dobrowolna
- εθιμοτυπία στα πολωνικά - uroczystość, zachowanie, etykieta, konwenanse, obrzęd, ceremonia, konwenans, ...
Τυχαίες λέξεις
Εθελοντικά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dobrowolnie, własnowolnie, dobrowolne, dobrowolnego, własnej woli
Μεταφράσεις: dobrowolnie, własnowolnie, dobrowolne, dobrowolnego, własnej woli