Ζηλεύω στα πολωνικά

Μετάφραση: ζηλεύω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zawiść, pozazdrościć, zazdroszczenie, żółtaczka, zazdrościć, zazdrość, obiektem zazdrości całej rzeszy
Ζηλεύω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ζηλεύω

ζηλεύω το μικρό σου το γατί, ζηλεύω στα αγγλικά, ζηλεύω αυτούς που σε βλέπουν κάθε μέρα, ζηλεύω πολύ στίχοι, ζηλεύω μαζωνάκης, ζηλεύω λεξικό γλώσσας πολωνικά, ζηλεύω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ζεύξη στα πολωνικά - zawikłać, siatka, zazębienie, uwikłać, oczko, sprzęgło, sprzężenie, ...
  • ζεύω στα πολωνικά - ujarzmić, ujarzmiać, zefo
  • ζηλιάρης στα πολωνικά - zazdrosny, nieufny, zawistny, zazdrośni, zazdrosne, zazdrosna
  • ζηλόφθονος στα πολωνικά - zawistny, zazdrosny, zazdrośni, zazdrosne, zazdrosna
Τυχαίες λέξεις
Ζηλεύω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zawiść, pozazdrościć, zazdroszczenie, żółtaczka, zazdrościć, zazdrość, obiektem zazdrości całej rzeszy