Ζηλεύω στα τούρκικα
Μετάφραση: ζηλεύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kıskanmak, kıskançlık, gıpta, kıskandıracak, haset
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ζηλεύω
ζηλεύω το μικρό σου το γατί, ζηλεύω στα αγγλικά, ζηλεύω αυτούς που σε βλέπουν κάθε μέρα, ζηλεύω πολύ στίχοι, ζηλεύω μαζωνάκης, ζηλεύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ζηλεύω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ζεύξη στα τούρκικα - ağ, şebeke, bağlantı, bağlama, birleştirme, kaplin, kuplaj
- ζεύω στα τούρκικα - zefo
- ζηλιάρης στα τούρκικα - kıskanç, envious, gıpta, kıskandırmak, kıskanç bir
- ζηλόφθονος στα τούρκικα - kıskanç, envious, gıpta, kıskandırmak, kıskanç bir
Τυχαίες λέξεις
Ζηλεύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kıskanmak, kıskançlık, gıpta, kıskandıracak, haset
Μεταφράσεις: kıskanmak, kıskançlık, gıpta, kıskandıracak, haset