Λατρεύω στα πολωνικά
Μετάφραση: λατρεύω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ubóstwiać, wielbić, uwielbiać, czcić, uwielbienie, kult, cześć, kultu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λατρεύω
λατρεύω στα αγγλικά, λατρεύω βικιλεξικο, λατρεύω ετυμολογία, λατρεύω τον άντρα μου, λατρεύω συνώνυμα, λατρεύω λεξικό γλώσσας πολωνικά, λατρεύω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λαστιχένιος στα πολωνικά - recepturka, ścierka, guma, rober, kauczuk, gumka, gumowy, ...
- λατρεία στα πολωνικά - wielbić, uwielbiać, czcić, ubóstwiać, uwielbienie, kult, cześć, ...
- λαχανιάζω στα πολωνικά - falować, ziać, wzdychać, sapać, sapanie, kołatać, ziajać, ...
- λαχανικό στα πολωνικά - jarzyna, roślina, warzywo, roślinny, warzywny, warzyw
Τυχαίες λέξεις
Λατρεύω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ubóstwiać, wielbić, uwielbiać, czcić, uwielbienie, kult, cześć, kultu
Μεταφράσεις: ubóstwiać, wielbić, uwielbiać, czcić, uwielbienie, kult, cześć, kultu