Ομελέτα στα πολωνικά
Μετάφραση: ομελέτα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
omlet, omelette, omlety
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομελέτα
ομελέτα φούρνου, ομελέτα με λαχανικά, ομελέτα με πατάτες, ομελέτα με πατάτες στο φούρνο, ομελέτα συνταγή, ομελέτα λεξικό γλώσσας πολωνικά, ομελέτα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ομαλά στα πολωνικά - bezproblemowo, gładko, normalnie, zwykle, zazwyczaj, reguły, z reguły
- ομαλός στα πολωνικά - prawidłowy, regularny, przepisowy, systematyczny, normalny, foremny, istny, ...
- ομιλία στα πολωνικά - pogadanka, hasło, pogłoska, kazanie, zwalniać, rozmawiać, komunikować, ...
- ομιλητής στα πολωνικά - głośnik, spiker, prelegent, mówca, megafon, referent, ojczysty, ...
Τυχαίες λέξεις
Ομελέτα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: omlet, omelette, omlety
Μεταφράσεις: omlet, omelette, omlety