Σωρευτικός στα πολωνικά
Μετάφραση: σωρευτικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łączny, skumulowany, zbiorczy, kumulacyjny, kumulatywny, skumulowane, skumulowana
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωρευτικός
σωρευτικός συνώνυμο, σωρευτικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, σωρευτικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- σωματοφύλακας στα πολωνικά - ochroniarz, ochrona, strażnik, obstawa, goryl, straż przyboczna, ochrona osobista, ...
- σωπαίνω στα πολωνικά - uspokajać, bezgłos, cisza, zamilknięcie, uciszenie, uciszyć, milczenie, ...
- σωριάζομαι στα πολωνικά - kryzys, zwinięcie, zawał, upadek, zapadać, krach, zapadnięcie, ...
- σωριάζω στα πολωνικά - plik, tobół, pęk, pakunek, węzełek, wiązka, tłumok, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωρευτικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: łączny, skumulowany, zbiorczy, kumulacyjny, kumulatywny, skumulowane, skumulowana
Μεταφράσεις: łączny, skumulowany, zbiorczy, kumulacyjny, kumulatywny, skumulowane, skumulowana