Τσιγκουνιά στα πολωνικά

Μετάφραση: τσιγκουνιά, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chciwość, chciwy, niggardliness
Τσιγκουνιά στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιγκουνιά

τσιγκουνιά ψυχολογία, τσιγκουνιά και μιζέρια σε άντρα, συναισθηματική τσιγκουνιά, τσιγκουνιά συνώνυμα, ονειροκριτης τσιγκουνιά, τσιγκουνιά λεξικό γλώσσας πολωνικά, τσιγκουνιά στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • τσιγκλώ στα πολωνικά - wkładać, kuksaniec, szturchnięcie, pchać, szperać, wtykać, wyszperać, ...
  • τσιγκουνεύομαι στα πολωνικά - skąpić, ograniczać, oszczędzać, okres, ograniczyć, żałować, skracać, ...
  • τσιγκούνης στα πολωνικά - drański, oznaczać, sknera, gałgański, zamierzać, chudy, skąpy, ...
  • τσιλιαδόρος στα πολωνικά - czujność, perspektywa, obserwator, straż, ambona, widok, widokowa, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνιά στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: chciwość, chciwy, niggardliness