Razão στα ελληνικά
Μετάφραση: razão, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτία, ανάγκη, λογικός, λόγος, χρειάζομαι, αιτιολογία, γη, προσαράσσω, παρακίνηση, έδαφος, κίνητρο, λόγο, λόγω, λόγο αυτό, λόγος για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- razoavelmente στα ελληνικά - αρκετά, δίκαια, πίστη, λογικώς, ευλόγως, εύλογα, λογικά, ...
- razoável στα ελληνικά - λογικός, εύλογη, εύλογο, λογικό, λογική
- raça στα ελληνικά - διηθώ, ποικιλία, αναπαράγω, γεννοβολώ, στραμπουλίζω, ακτινοβολώ, παρακρατώ, ...
- reabilitar στα ελληνικά - βασιλεύω, βασιλεία, αποκατάσταση, αποκατάστασης, την αποκατάσταση, αποκαταστήσει, αποκαταστήσουν
Τυχαίες λέξεις
Razão στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτία, ανάγκη, λογικός, λόγος, χρειάζομαι, αιτιολογία, γη, προσαράσσω, παρακίνηση, έδαφος, κίνητρο, λόγο, λόγω, λόγο αυτό, λόγος για
Μεταφράσεις: αιτία, ανάγκη, λογικός, λόγος, χρειάζομαι, αιτιολογία, γη, προσαράσσω, παρακίνηση, έδαφος, κίνητρο, λόγο, λόγω, λόγο αυτό, λόγος για