Βρεγμένος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: βρεγμένος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ocidental, humidade, molhado, úmido, molhada, húmido, húmida
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βρεγμένος
βρεγμένοσ σκύλοσ, βρεγμένος ως το κόκκαλο, βρεγμένος ονειροκρίτης, βρεγμένος pronunciation, βρεγμένος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βρεγμένος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- βραχνός στα πορτογαλικά - rouco, rouca, roucas, roucos, hoarse
- βραχύλογος στα πορτογαλικά - terrorista, lapidar, concisão, conciseness, conciso, a concisão, de concisão
- βρογχοκήλη στα πορτογαλικά - bócio, o bócio, goitre, papeira
- βρομιά στα πορτογαλικά - lamas, fedor, estimular, estimule, tresandar, incentivar, sujeira, ...
Τυχαίες λέξεις
Βρεγμένος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ocidental, humidade, molhado, úmido, molhada, húmido, húmida
Μεταφράσεις: ocidental, humidade, molhado, úmido, molhada, húmido, húmida