Εκβιάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκβιάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adaptar-se, chacoalhar, sacudir, shake down, extorquir
Εκβιάζω στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκβιάζω

εκβιάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκβιάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκατονταετηρίδα στα πορτογαλικά - centenário, centenária, centenary, do centenário, secular
  • εκατόν στα πορτογαλικά - humilhar, acabrunhar, cem, centena, centenas, centenas de, cento
  • εκβιασμός στα πορτογαλικά - extorsão, a extorsão, extorsões, de extorsão, extortion
  • εκδήλωση στα πορτογαλικά - arremesso, por, manifestação, manifestações, a manifestação, manifestation
Τυχαίες λέξεις
Εκβιάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adaptar-se, chacoalhar, sacudir, shake down, extorquir