Εκβιάζω στα τούρκικα
Μετάφραση: εκβιάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
silkelemek, telâşla toparlanmak, kıvrılıp yatmak, haraca bağlamak, para sızdırmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκβιάζω
εκβιάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εκβιάζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εκατονταετηρίδα στα τούρκικα - yüzyıl, asır, asırlık, yüzüncü, yüz yıllık, centenary, yüzüncü yılı
- εκατόν στα τούρκικα - yüz, yüzlerce, yüzden
- εκβιασμός στα τούρκικα - gasp, haraç, irtikap, haraç alma, zorbalık
- εκδήλωση στα τούρκικα - çıkma, tezahürü, tezahürüdür, belirtisi, bulgusu, tezahür
Τυχαίες λέξεις
Εκβιάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: silkelemek, telâşla toparlanmak, kıvrılıp yatmak, haraca bağlamak, para sızdırmak
Μεταφράσεις: silkelemek, telâşla toparlanmak, kıvrılıp yatmak, haraca bağlamak, para sızdırmak