Εκβιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: εκβιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вимагати, шантажувати, шантаж, вимагайте, утрясається, утрясає, втрясати, утрясався, утрясаються
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκβιάζω
εκβιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εκβιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εκατονταετηρίδα στα ουκρανικά - сотня, сторіччя, століття, вік
- εκατόν στα ουκρανικά - сотня, сто
- εκβιασμός στα ουκρανικά - шантажувати, шантаж, вимагання, здирство, здирництво
- εκδήλωση στα ουκρανικά - повстання, маніфестувати, проявити, проявитися, спалах, вибух, сполох, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκβιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: вимагати, шантажувати, шантаж, вимагайте, утрясається, утрясає, втрясати, утрясався, утрясаються
Μεταφράσεις: вимагати, шантажувати, шантаж, вимагайте, утрясається, утрясає, втрясати, утрясався, утрясаються