Ενδιάμεσος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ενδιάμεσος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
enlaçar, intermediar, entrelaçar, intermediário, intermédio, intermédia, intermediária, intermedi�io
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδιάμεσος
ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης, ενδιάμεσος λογαριασμός, ενδιάμεσος φορέας διαχείρισης ε.π. ανταγωνιστικότητα & επιχειρηματικότητα (ε.φ.ε.π.α.ε.), ενδιάμεσος αγγλικά, ενδιάμεσος μετρητής ρεύματος, ενδιάμεσος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ενδιάμεσος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ενδεχόμενος στα πορτογαλικά - potencial, potencial de, potenciais, potencialidades, o potencial
- ενδημικός στα πορτογαλικά - endêmico, endemia, endêmica, endémica, endêmicas
- ενδιαφέρον στα πορτογαλικά - concernir, cuidado, causa, interessar, juro, preocupação, juros, ...
- ενδιαφέρων στα πορτογαλικά - interessante, singular, notável, interessantes
Τυχαίες λέξεις
Ενδιάμεσος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: enlaçar, intermediar, entrelaçar, intermediário, intermédio, intermédia, intermediária, intermedi�io
Μεταφράσεις: enlaçar, intermediar, entrelaçar, intermediário, intermédio, intermédia, intermediária, intermedi�io