Lastimável στα ελληνικά

Μετάφραση: lastimável, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άθλιος, κακόμοιρος, χάλια, ελεεινός, καημένος, αξιολύπητος, πενιχρός, οικτρός, φτωχός, λυπηρό, λυπηρή, λυπηρό το γεγονός, δυστυχώς, λυπηρό το
Lastimável στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lasca στα ελληνικά - θραύσμα, διχοτομία, μοιράζω, αγκίδα, μοίρα, σκλήθρα, σχισμοειδείς, ...
  • lastimar στα ελληνικά - κρίμα, θρηνώ, λυχνία, οίκτος, λάμπα, μοιρολογώ, οδυρμός, ...
  • lata στα ελληνικά - κουτί, μπορώ, κασσίτερος, κονσέρβα, μπορεί, μπορούν, μπορεί να, ...
  • latir στα ελληνικά - φλοιός, φλοιό, φλοιού, του φλοιού, το φλοιό
Τυχαίες λέξεις
Lastimável στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άθλιος, κακόμοιρος, χάλια, ελεεινός, καημένος, αξιολύπητος, πενιχρός, οικτρός, φτωχός, λυπηρό, λυπηρή, λυπηρό το γεγονός, δυστυχώς, λυπηρό το