Κεντρίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κεντρίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brotar, ferrão, picada, ferroada, sting, aguilhão
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεντρίζω
κεντρίζω συνώνυμο, κεντρίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κεντρίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κενοδοξία στα πορτογαλικά - vaidade, vanity, penteadeira, a vaidade, de vaidade
- κεντρί στα πορτογαλικά - ferrão, picada, ferroada, sting, aguilhão
- κεντρικός στα πορτογαλικά - central, centro, centro de, Central de, centrais
- κεντώ στα πορτογαλικά - picar, abranger, bordar, tabelar, borde, preço, bordam, ...
Τυχαίες λέξεις
Κεντρίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: brotar, ferrão, picada, ferroada, sting, aguilhão
Μεταφράσεις: brotar, ferrão, picada, ferroada, sting, aguilhão