Κεντρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κεντρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεντρίζω
κεντρίζω συνώνυμο, κεντρίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κεντρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κενοδοξία στα σλαβομακεδονικά - суета, суетата, суетност, суети
- κεντρί στα σλαβομακεδονικά - Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
- κεντρικός στα σλαβομακεδονικά - централната, централно, централна, централниот, централните
- κεντώ στα σλαβομακεδονικά - навезе, шиете, се навезе, да навезе
Τυχαίες λέξεις
Κεντρίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата
Μεταφράσεις: Стинг, осилото, операција, убод, Акцијата