Ομορφιά στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ομορφιά, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
beleza, de beleza, a beleza, da beleza, beldade
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομορφιά
ομορφιά και ευεξία, ομορφιά είναι το σχήμα που δίνει στα πράγματα η αγάπη, ομορφιά συνώνυμα, ομορφιά ψυχής, ομορφιά και υγεία, ομορφιά λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ομορφιά στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ομολογία στα πορτογαλικά - homologia, de homologia, homologia de, a homologia, uma homologia
- ομολογώ στα πορτογαλικά - professar, reconhecer, confessar, confesso, confessamos, confessam, confessarmos
- ομοσπονδία στα πορτογαλικά - federação, Federação da, de federação, Federation, federação de
- ομοσπονδιακός στα πορτογαλικά - federal, federais, Federativa, Federal de
Τυχαίες λέξεις
Ομορφιά στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: beleza, de beleza, a beleza, da beleza, beldade
Μεταφράσεις: beleza, de beleza, a beleza, da beleza, beldade