Τιμητικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τιμητικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
titular, titulares, do titular, nominal
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τιμητικός
τιμητικός τόμος, τιμητικός τόμος μαλτέζου, τιμητικός τόμος σταθόπουλου, τιμητικός τόμος αγαλλοπούλου, τιμητικός έπαινος στα «βατράχια» του λιμενικού για το φαρμακονήσι, τιμητικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τιμητικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τιμαλφή στα πορτογαλικά - possessão, possessões, objetos de valor, valores, valor, objectos de valor, artigos de valor
- τιμαλφής στα πορτογαλικά - preceda, vantajoso, vale, anteceder, útil, preceder, valioso, ...
- τιμολόγιο στα πορτογαλικά - tarifas, fatura, factura, na factura, nota fiscal, da fatura
- τιμωρία στα πορτογαλικά - castigo, castigar, punição, puna, punir, pena, a punição, ...
Τυχαίες λέξεις
Τιμητικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: titular, titulares, do titular, nominal
Μεταφράσεις: titular, titulares, do titular, nominal