Τωρινός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τωρινός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
corrente, fluxo, actual, vigente, atual, atuais, de corrente
Τωρινός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τωρινός

τωρινός συνώνυμα, τωρινός συνώνυμο, τωρινός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τωρινός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τυχαίος στα πορτογαλικά - acidental, acaso, fortuito, casual, aleatória, aleatório
  • τυχερός στα πορτογαλικά - feliz, fortalecer, afortunado, sortudo, sorte, lucky, de sorte
  • τόκος στα πορτογαλικά - interesses, renda, intercâmbio, interesse, juro, interessar, juros, ...
  • τόλμη στα πορτογαλικά - audácia, abalançar, ousar, desafio, audaz, ousadia, arrojo, ...
Τυχαίες λέξεις
Τωρινός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: corrente, fluxo, actual, vigente, atual, atuais, de corrente