Τωρινός στα ουγγρικά
Μετάφραση: τωρινός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
közhasználatú, jelenlegi, aktuális, folyó, áram, a jelenlegi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τωρινός
τωρινός συνώνυμα, τωρινός συνώνυμο, τωρινός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τωρινός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- τυχαίος στα ουγγρικά - pót, esetleges, véletlen, véletlenszerű, véletlenszerűen, random, szúrópróbaszerű
- τυχερός στα ουγγρικά - mázlis, szerencsés, szerencsések, szerencséje, szerencsésnek
- τόκος στα ουγγρικά - kamat, érdek, érdeklődés, érdekű, érdeke
- τόλμη στα ουγγρικά - merészség, merészsége, bátorsággal, bátorság, merészségével
Τυχαίες λέξεις
Τωρινός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: közhasználatú, jelenlegi, aktuális, folyó, áram, a jelenlegi
Μεταφράσεις: közhasználatú, jelenlegi, aktuális, folyó, áram, a jelenlegi