Φορτίο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: φορτίο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carregar, carga, de carga, carga de, carregamento, da carga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φορτίο
φορτίο πλάκασ, φορτίο χύδην, φορτίο ηλεκτρονίου, φορτίο χιονιού, φορτίο τοιχοποιίας, φορτίο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, φορτίο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- φορολογώ στα πορτογαλικά - tributar, impostos, imposto, esfarrapado, taxar, pedágio, portagem, ...
- φορτίζω στα πορτογαλικά - carga, cobrar, carregar, cobra, cobram, taxa
- φορτηγάκι στα πορτογαλικά - válvula, van, camionete, furgão, van de
- φορτηγό στα πορτογαλικά - caminhão, camiões, camião, caminhão de, do caminhão, de caminhão
Τυχαίες λέξεις
Φορτίο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: carregar, carga, de carga, carga de, carregamento, da carga
Μεταφράσεις: carregar, carga, de carga, carga de, carregamento, da carga