Κυρτώνω στα ρουμανικά
Μετάφραση: κυρτώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
curbă, bomba, camber, convexitate, de cădere, unghiul de cădere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρτώνω
κυρτώνω συνώνυμα, κυρτώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, κυρτώνω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- κυριότερος στα ρουμανικά - principal, principală, principalul, principale, principala
- κυρτός στα ρουμανικά - îndemânare, convex, convexă, convexe, convexa
- κυρώνω στα ρουμανικά - ratifica, ratifică
- κυτταρικός στα ρουμανικά - celular, celulare, celulară, celulara, mobil
Τυχαίες λέξεις
Κυρτώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: curbă, bomba, camber, convexitate, de cădere, unghiul de cădere
Μεταφράσεις: curbă, bomba, camber, convexitate, de cădere, unghiul de cădere