Κυρτώνω στα τούρκικα
Μετάφραση: κυρτώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bükmek, dönemeç, eğri, viraj, kavis, kamber, camber, bombe, bombesi, kamber açısı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρτώνω
κυρτώνω συνώνυμα, κυρτώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, κυρτώνω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κυριότερος στα τούρκικα - esas, temel, asıl, ana, başlıca, anapara
- κυρτός στα τούρκικα - dışbükey, konveks, convex, dış bükey, dışbükey bir
- κυρώνω στα τούρκικα - Onayladı, OnayladıBÜKREŞ, OnayladıSOFYA, OnayladıSARAYBOSNA
- κυτταρικός στα τούρκικα - hücresel, cep, hücre, selüler
Τυχαίες λέξεις
Κυρτώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bükmek, dönemeç, eğri, viraj, kavis, kamber, camber, bombe, bombesi, kamber açısı
Μεταφράσεις: bükmek, dönemeç, eğri, viraj, kavis, kamber, camber, bombe, bombesi, kamber açısı