Κυρτώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: κυρτώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
båge, kurva, kröka, camber, välvning, bombering, bombe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυρτώνω
κυρτώνω συνώνυμα, κυρτώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, κυρτώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κυριότερος στα σουηδικά - huvudsakliga, huvud, främsta, viktigaste, kapital
- κυρτός στα σουηδικά - böjt, konvex, konvexa, konvext
- κυρώνω στα σουηδικά - ratificerar
- κυτταρικός στα σουηδικά - cellulär, cellulära, cellulärt, cell, mobil
Τυχαίες λέξεις
Κυρτώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: båge, kurva, kröka, camber, välvning, bombering, bombe
Μεταφράσεις: båge, kurva, kröka, camber, välvning, bombering, bombe