Μεταρσιωμένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: μεταρσιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
exaltat, înălțat, înaltă, înălțată, exaltată
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεταρσιωμένος
μεταρσιωμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μεταρσιωμένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- μεταρρύθμιση στα ρουμανικά - reformă, reforma, reformei, de reformă, reforme
- μεταρσίωση στα ρουμανικά - extaz, metarsiosi
- μεταρσιώνω στα ρουμανικά - metarsiono
- μετασχηματιστής στα ρουμανικά - transformator, transformatorului, transformator de, transformare, de transformare
Τυχαίες λέξεις
Μεταρσιωμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: exaltat, înălțat, înaltă, înălțată, exaltată
Μεταφράσεις: exaltat, înălțat, înaltă, înălțată, exaltată