Μεταρσιωμένος στα φινλανδικά

Μετάφραση: μεταρσιωμένος, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
idealistinen, ylevä, Ylhäinen, Ylistetty, Exalted, ylevää
Μεταρσιωμένος στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεταρσιωμένος

μεταρσιωμένος λεξικό γλώσσας φινλανδικά, μεταρσιωμένος στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • μεταρρύθμιση στα φινλανδικά - uudistus, reformi, parannus, parantaa, uudistuksen, uudistusta, uudistamista, ...
  • μεταρσίωση στα φινλανδικά - hurmio, haltioituminen, metarsiosi
  • μεταρσιώνω στα φινλανδικά - ylentää, metarsiono
  • μετασχηματιστής στα φινλανδικά - muuntaja, muuntajan, muuntajaa, muuntajaan, muuntajalla
Τυχαίες λέξεις
Μεταρσιωμένος στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: idealistinen, ylevä, Ylhäinen, Ylistetty, Exalted, ylevää