Πρήξιμο στα ρουμανικά
Μετάφραση: πρήξιμο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
umflătură, umflarea, umflare, umflături, tumefiere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρήξιμο
πρήξιμο ματιών, πρήξιμο στο στήθος, πρήξιμο στήθους, πρήξιμο στο χέρι, πρήξιμο στην εγκυμοσύνη, πρήξιμο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, πρήξιμο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- πρέσβης στα ρουμανικά - ambasador, Ambasadorul, Ambassador, ambasador al, ambasadorului
- πρήζω στα ρουμανικά - umple cu aer, umfla, bloat, umflat, balonare
- πρίγκιπας στα ρουμανικά - prinţ, prinț, print, prințul, domn, principe
- πρίζα στα ρουμανικά - dop, cep, priză, socket, soclu, priza, mufa
Τυχαίες λέξεις
Πρήξιμο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: umflătură, umflarea, umflare, umflături, tumefiere
Μεταφράσεις: umflătură, umflarea, umflare, umflături, tumefiere