Πρήξιμο στα σουηδικά
Μετάφραση: πρήξιμο, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ansvällning, svullnad, svallning, svällande, svällt, svälla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρήξιμο
πρήξιμο ματιών, πρήξιμο στο στήθος, πρήξιμο στήθους, πρήξιμο στο χέρι, πρήξιμο στην εγκυμοσύνη, πρήξιμο λεξικό γλώσσας σουηδικά, πρήξιμο στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πρέσβης στα σουηδικά - ambassadör, Ambassador, ambassadören
- πρήζω στα σουηδικά - svullna, svälla, bloat, uppsvälld, Bukta ut, Bukta
- πρίγκιπας στα σουηδικά - prince, prins, prinsen, furste, fursten
- πρίζα στα σουηδικά - propp, socket, sockel, uttag, uttaget
Τυχαίες λέξεις
Πρήξιμο στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ansvällning, svullnad, svallning, svällande, svällt, svälla
Μεταφράσεις: ansvällning, svullnad, svallning, svällande, svällt, svälla