Προκαλώ στα ρουμανικά

Μετάφραση: προκαλώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
provocare, cauză, campanie, intrări, provocări, provocarea, problemă
Προκαλώ στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προκαλώ

προκαλώ ετυμολογία, προκαλώ εμετό, προκαλώ in english, προκαλώ την τύχη μου, προκαλώ συνώνυμα, προκαλώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, προκαλώ στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • προικισμένος στα ρουμανικά - talentat, înzestrat, dotat, inzestrat, de talentat
  • προικοδότηση στα ρουμανικά - dar, dotare, dotarea, dotării, de dotare, înzestrare
  • προκατάληψη στα ρουμανικά - prejudecată, părtinire, de polarizare, prejudecata, partinire
  • προκαταβάλλω στα ρουμανικά - progres, prokatavallo
Τυχαίες λέξεις
Προκαλώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: provocare, cauză, campanie, intrări, provocări, provocarea, problemă