Εγκληματικότητα στα ρωσικά
Μετάφραση: εγκληματικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
преступность, криминальность, виновность, преступности, преступностью, деяния преступлением, преступлением
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκληματικότητα
εγκληματικότητα στην ελλάδα, εγκληματικότητα στην αθήνα, εγκληματικότητα έκθεση, εγκληματικότητα ελλήνων μεταναστών, εγκληματικότητα στατιστικά 2012, εγκληματικότητα λεξικό γλώσσας ρωσικά, εγκληματικότητα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- εγκληματίας στα ρωσικά - виновный, правонарушитель, провинившийся, вор, преступный, уголовник, уголовный, ...
- εγκληματικός στα ρωσικά - преступник, злоумышленник, криминальный, уголовник, вор, блатной, преступный, ...
- εγκληματολογία στα ρωσικά - криминология, криминологии, криминалистики, криминалистика, криминологию
- εγκλιματίζομαι στα ρωσικά - акклиматизировать, натурализоваться, натурализовать, натурализацию, натурализации, натурализуем
Τυχαίες λέξεις
Εγκληματικότητα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: преступность, криминальность, виновность, преступности, преступностью, деяния преступлением, преступлением
Μεταφράσεις: преступность, криминальность, виновность, преступности, преступностью, деяния преступлением, преступлением