Παρατηρητής στα ρωσικά
Μετάφραση: παρατηρητής, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соглядатай, наблюдатель, обозреватель, наблюдателя, наблюдателем, наблюдателей
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παρατηρητής
παρατηρητής αε, παρατηρητής αγίων αναργύρων, παρατηρητής χολαργού, παρατηρητής φλώρινας, παρατηρητής ημαθίας, παρατηρητής λεξικό γλώσσας ρωσικά, παρατηρητής στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- παρατείνω στα ρωσικά - продлить, отсрочить, пролонгировать, продлевать, продолжить, расширить, расширять, ...
- παρατηρητήριο στα ρωσικά - обсерватория, сторожевая башня, Сторожевой Башни, вышка, сторожевая, Сторожевой башне
- παρατηρητικότητα στα ρωσικά - умилостивление, наблюдательность, соблюдение, обзор, замечание, наблюдение, высказывание, ...
- παρατηρώ στα ρωσικά - уведомлять, сказать, предупреждение, внимание, извещать, повестка, примечать, ...
Τυχαίες λέξεις
Παρατηρητής στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: соглядатай, наблюдатель, обозреватель, наблюдателя, наблюдателем, наблюдателей
Μεταφράσεις: соглядатай, наблюдатель, обозреватель, наблюдателя, наблюдателем, наблюдателей