Άνοστος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: άνοστος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разводнен, гола вода
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άνοστος
άγνωστος συνωνυμα, άνοστος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, άνοστος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- άνοιξη στα σλαβομακεδονικά - пролет, пролетта, на пролетта, извор, изворот
- άνομος στα σλαβομακεδονικά - заднината, нелегален, беззаконие, беззаконски, незаконско
- άντληση στα σλαβομακεδονικά - пумпна, пумпни, пумпање, препумпната, транспорт на
- άντρας στα σλαβομακεδονικά - човек, човекот, маж, мажот
Τυχαίες λέξεις
Άνοστος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: разводнен, гола вода
Μεταφράσεις: разводнен, гола вода