Νυσταγμένος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: νυσταγμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сонливо, поспан, поспани, сонливи, поспано
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νυσταγμένος
νυσταγμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, νυσταγμένος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ντύνω στα σλαβομακεδονικά - облечеш, облекувам, облечи, облека, облечат
- ντύσιμο στα σλαβομακεδονικά - облекување, соблекувалната, прелив, дресинг, прелив за
- νυχτερίδα στα σλαβομακεδονικά - лилјак, Прилеп, лилјакот, лилјаци, палка
- νωθρός στα σλαβομακεδονικά - poky
Τυχαίες λέξεις
Νυσταγμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сонливо, поспан, поспани, сонливи, поспано
Μεταφράσεις: сонливо, поспан, поспани, сонливи, поспано