Νυσταγμένος στα σουηδικά

Μετάφραση: νυσταγμένος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dåsig, sömnig, sömniga, sömnigt, trött, sleepy
Νυσταγμένος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νυσταγμένος

νυσταγμένος λεξικό γλώσσας σουηδικά, νυσταγμένος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • ντύνω στα σουηδικά - kläder, kläda, klänning, dräkt, klä, bekläda, klär
  • ντύσιμο στα σουηδικά - salladsdressing, dressing, förband, förbandet, toalett
  • νυχτερίδα στα σουηδικά - sLAGTRÄ, bat, fladdermus, racket, fladdermöss
  • νωθρός στα σουηδικά - lat, poky, löjliga hastigheten
Τυχαίες λέξεις
Νυσταγμένος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: dåsig, sömnig, sömniga, sömnigt, trött, sleepy