Τροφοδότης στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τροφοδότης, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кетеринг, угостителот, снабдувач, на кетеринг
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τροφοδότης
τροφοδότης σακούλα, τροφοδότησ πλαίσιο, τροφοδότης αριστέας, τροφοδότησ οροφήσ, ασφαλής τροφοδότης, τροφοδότης λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τροφοδότης στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τροφοδοσία στα σλαβομακεδονικά - угостителство, угостителски, угостителските, угостителството, угостителска
- τροφοδοτώ στα σλαβομακεδονικά - Стоук, Сток, Stoke, на Стоук, похапвам Здраво
- τροχαλία στα σλαβομακεδονικά - макара, ролка, макарата, чекрк, рудан
- τροχιά στα σλαβομακεδονικά - орбитираат, орбитира, орбита, орбитата, орбитираат околу
Τυχαίες λέξεις
Τροφοδότης στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: кетеринг, угостителот, снабдувач, на кетеринг
Μεταφράσεις: кетеринг, угостителот, снабдувач, на кетеринг