Αντίκτυπο στα σλοβενικά
Μετάφραση: αντίκτυπο, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vpliv, učinek, vplivov, vpliva, učinka
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίκτυπο
το αντίκτυπο, αντίκτυπο συνώνυμο, τον αντίκτυπο, αντίκτυπο λεξικο, αντίκτυπο λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αντίκτυπο στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αντίκρισμα στα σλοβενικά - varnost, splača, vredno, koristno, izplača, smiselno
- αντίκρουση στα σλοβενικά - spodbijajo, Protiargument, izpodbitnih, izpodbitnih pisnih, nasprotnega dokazovanja
- αντίκτυπος στα σλοβενικά - vpliv, učinek, vplivov, vpliva, učinka
- αντίληψη στα σλοβενικά - koncept, bistrost, pojem, odjem, zaznavanje, dojemanje, percepcija, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντίκτυπο στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: vpliv, učinek, vplivov, vpliva, učinka
Μεταφράσεις: vpliv, učinek, vplivov, vpliva, učinka