Αντίκτυπο στα φινλανδικά
Μετάφραση: αντίκτυπο, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaikutus, vaikutusta, vaikutuksia, vaikutusten, vaikutukset
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντίκτυπο
το αντίκτυπο, αντίκτυπο συνώνυμο, τον αντίκτυπο, αντίκτυπο λεξικο, αντίκτυπο λεξικό γλώσσας φινλανδικά, αντίκτυπο στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- αντίκρισμα στα φινλανδικά - turvallisuus, takaus, tae, turva, varmistaa, kate, takuu, ...
- αντίκρουση στα φινλανδικά - kiistäminen, vastaväite, vastaväitteitä, vastaväitteet, vastanäyttöä
- αντίκτυπος στα φινλανδικά - vaikutus, vaikutusta, vaikutuksia, vaikutusten, vaikutukset
- αντίληψη στα φινλανδικά - käsite, aate, havainto, älynväläys, havaintokyky, usko, ajatus, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντίκτυπο στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: vaikutus, vaikutusta, vaikutuksia, vaikutusten, vaikutukset
Μεταφράσεις: vaikutus, vaikutusta, vaikutuksia, vaikutusten, vaikutukset