Παράγω στα σλοβενικά
Μετάφραση: παράγω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
plodimo, razmnožujejo, Rađati
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράγω
παράγω παράξω, παράγω αόριστος, παράγω αντώνυμο, παράγω ετυμολογία, παράγω κλίση, παράγω λεξικό γλώσσας σλοβενικά, παράγω στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- παράγοντας στα σλοβενικά - faktor, dejavnik, faktorja
- παράγραφος στα σλοβενικά - paragraf, odstavek, točka, odstavka, odstavku, odstavkom
- παράγωγος στα σλοβενικά - derivát, derivat, derivata, izvedeni finančni instrument, derivatom
- παράγων στα σλοβενικά - agent, sredstvo, zastopnik, posrednik, sredstva
Τυχαίες λέξεις
Παράγω στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: plodimo, razmnožujejo, Rađati
Μεταφράσεις: plodimo, razmnožujejo, Rađati