Αγροίκος στα σουηδικά
Μετάφραση: αγροίκος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
simpel, plump, sträv, rå, grov, kulen, tölpaktig, journalistvärldens, ohyfsad, trist, buffliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγροίκος
αγροίκος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αγροίκος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αγράμματος στα σουηδικά - okunnig, analfabeter, analfabet, illiterat, illitterata, illitterat
- αγριοκοιτάζω στα σουηδικά - glans, sken, bländning, reflexer, reflex, glare, blänk
- αγροικία στα σουηδικά - bondgård, lantgård, Landgårdsturism, Farmhouse
- αγροτικός στα σουηδικά - lantlig, landsbygd, landsbygden, landsbygds, lant
Τυχαίες λέξεις
Αγροίκος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: simpel, plump, sträv, rå, grov, kulen, tölpaktig, journalistvärldens, ohyfsad, trist, buffliga
Μεταφράσεις: simpel, plump, sträv, rå, grov, kulen, tölpaktig, journalistvärldens, ohyfsad, trist, buffliga