Αποδέχομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: αποδέχομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
adoptera, anamma, instämma, antaga, godtaga, erkänna, acceptera, accepterar, godta, emot, godkänna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδέχομαι
αποδέχομαι τους όρους, αποδέχομαι αντίθετα, αποδέχομαι τον εαυτό μου, αποδέχομαι συνώνυμα, αποδέχομαι αντώνυμο, αποδέχομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, αποδέχομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- απογυμνώνω στα σουηδικά - beröva
- αποδέκτης στα σουηδικά - adressat, Rättsaktens adressat, Aktens adressat, adressaten, adress
- αποδίδω στα σουηδικά - anslå, utföra, attribut, attributet, egenskap
- αποδείξεις στα σουηδικά - bevis, tecken, bevisning, belägg, bevis för
Τυχαίες λέξεις
Αποδέχομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: adoptera, anamma, instämma, antaga, godtaga, erkänna, acceptera, accepterar, godta, emot, godkänna
Μεταφράσεις: adoptera, anamma, instämma, antaga, godtaga, erkänna, acceptera, accepterar, godta, emot, godkänna