Αποδοκιμάζω στα σουηδικά
Μετάφραση: αποδοκιμάζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ogillar, känna, ogilla, underkänna, förkasta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοκιμάζω
αποδοκιμάζω συνώνυμα, αποδοκιμάζω βικιλεξικο, αποδοκιμάζω συνώνυμο, αποδοκιμάζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, αποδοκιμάζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αποδημία στα σουηδικά - migrering, migration, migrationen, migrations, invandring
- αποδημώ στα σουηδικά - utvandra, emigrera, emigrerar, utvandrar, att emigrera
- αποδοκιμασία στα σουηδικά - ogillande, Disapproval, till Disapproval, missnöje, besviket
- αποδοτικός στα σουηδικά - verksam, effektiv, effektivt, effektiva, effektivare
Τυχαίες λέξεις
Αποδοκιμάζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ogillar, känna, ogilla, underkänna, förkasta
Μεταφράσεις: ogillar, känna, ogilla, underkänna, förkasta