Εμπρηστικός στα σουηδικά
Μετάφραση: εμπρηστικός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inflammatorisk, inflammatoriska, inflammatory, inflammatoriskt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπρηστικός
εμπρηστικός μηχανισμός μετρό, εμπρηστικόσ μασχαλισμόσ, εμπρηστικός μηχανισμός, εμπρηστικός συνώνυμο, εμπρηστικός λεξικό γλώσσας σουηδικά, εμπρηστικός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εμποτίζω στα σουηδικά - blöta, ingrain
- εμπρηστής στα σουηδικά - mordbrännare, arsonist, pyromanen, mordbrännaren, pyroman
- εμπριμέ στα σουηδικά - tryck, trycka, chintz
- εμπρός στα σουηδικά - fram, framåt, fram emot
Τυχαίες λέξεις
Εμπρηστικός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inflammatorisk, inflammatoriska, inflammatory, inflammatoriskt
Μεταφράσεις: inflammatorisk, inflammatoriska, inflammatory, inflammatoriskt