Σκαρφαλώνω στα σουηδικά
Μετάφραση: σκαρφαλώνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
klättra, stigning, klättring, stig, stigningen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκαρφαλώνω
σκαρφαλώνω συνώνυμα, ονειροκριτης σκαρφαλώνω, σκαρφαλώνω στα αγγλικά, σκαρφαλώνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, σκαρφαλώνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- σκαπάνη στα σουηδικά - hoe, hacka, hackar, gallra, hacka försiktigt
- σκαπανέας στα σουηδικά - ingenjörssoldat, Sapper, Sappers
- σκαστός στα σουηδικά - ljudlig, käften, tyst, hålla käften, instängd, hålla tyst
- σκελετός στα σουηδικά - ram, stomme, skelett, karm, struktur, skelettet, skelett-
Τυχαίες λέξεις
Σκαρφαλώνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: klättra, stigning, klättring, stig, stigningen
Μεταφράσεις: klättra, stigning, klättring, stig, stigningen