Συναθροίζω στα σουηδικά
Μετάφραση: συναθροίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
montera, samla, samla in, samlas, samlar, inhämta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναθροίζω
συνηθίζω συνώνυμα, συναθροίζω συνώνυμα, συναθροίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, συναθροίζω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- συναγωνισμός στα σουηδικά - medtävlare, konkurrens, tävling, tävlan, konkurrensen, tävlingen
- συναθροίζομαι στα σουηδικά - FÖRSAMLAS, SAMLAS, UMGÅS
- συναινώ στα σουηδικά - samtycke, medgivande, godkännande, tillstånd, sitt samtycke
- συναισθηματικός στα σουηδικά - sentimental, emotionell, emotionella, känslomässiga, känslomässig, känslomässigt
Τυχαίες λέξεις
Συναθροίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: montera, samla, samla in, samlas, samlar, inhämta
Μεταφράσεις: montera, samla, samla in, samlas, samlar, inhämta