Συναθροίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: συναθροίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
визбирувати, зберіться, громадити, скупчувати, збирати, збиратимуть, збиратиме
Συναθροίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναθροίζω

συνηθίζω συνώνυμα, συναθροίζω συνώνυμα, συναθροίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συναθροίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συναγωνισμός στα ουκρανικά - змагання, конкуренція, зустріч, спіткання
  • συναθροίζομαι στα ουκρανικά - штовханина, товкотнеча, натовп, зустрічатися
  • συναινώ στα ουκρανικά - згода, згоду, згоди, злагода, злагоду
  • συναισθηματικός στα ουκρανικά - хвилюючий, розхвильований, збентежений, емоційний, емоційне, емоційна
Τυχαίες λέξεις
Συναθροίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: визбирувати, зберіться, громадити, скупчувати, збирати, збиратимуть, збиратиме