Αδρός στα τούρκικα

Μετάφραση: αδρός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaba, iri, kalın, iri taneli
Αδρός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδρός

αδρός δείκτης γεννητικότητας, αδαής συνώνυμο, αδρόσ δείκτησ θνησιμότητασ, αδρός σημασία, αδρός αγγλικά, αδρός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδρός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αδράνεια στα τούρκικα - uyuşukluk, atalet, eylemsizlik, ataleti, ataletli
  • αδρανής στα τούρκικα - aylak, işsiz, boş, pasif, inaktif, etkin olmayan, aktif olmayan, ...
  • αδυναμία στα τούρκικα - zayıflık, zayıflığı, halsizlik, güçsüzlük, güçsüzlüğü
  • αδυνατίζω στα τούρκικα - zayıf, ince, zayıflatmak, debilitate, güçten düşürmek, zayıflatabilirdi, zayıflatabilecek
Τυχαίες λέξεις
Αδρός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kaba, iri, kalın, iri taneli