Επίδραση στα τούρκικα

Μετάφραση: επίδραση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
etki, etkisi, etkileri, etkisinin, efekti
Επίδραση στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίδραση

επίδραση συνώνυμα, επίδραση του ph στην ενεργότητα των πρωτεϊνών, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη της ελλάδας ή της κύπρου, επίδραση της πίεσης στο βρασμό, επίδραση της κλιματικής αλλαγής στην αγρο-οικο-τουριστική ανάπτυξη, επίδραση λεξικό γλώσσας τούρκικα, επίδραση στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • επίδεσμος στα τούρκικα - sargı, bandaj, sargılar, bandajı, bandage
  • επίδομα στα τούρκικα - prim, ödenek, indirimi, yardımı, parası, ödeneği
  • επίθεση στα τούρκικα - saldırı, saldırmak, nöbet, hücum, saldırısı, atak, saldırının
  • επίθετο στα τούρκικα - soyadı, sıfat, adjective, sıfatı, sıfattır, önad
Τυχαίες λέξεις
Επίδραση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: etki, etkisi, etkileri, etkisinin, efekti