Καλπάζω στα τούρκικα
Μετάφραση: καλπάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dörtnal, dörtnala, galo, koşturmak, acele götürmek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καλπάζω
καλπάζω συνώνυμο, καλπάζω συνωνυμο, καλπάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, καλπάζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καλοφαγάς στα τούρκικα - obur, Gourmand, ağzının tadını bilen kimse, boğazlı, boğazına düşkün kimse
- καλοφτιαγμένος στα τούρκικα - ipekli, düzgün, biçimli, şekilli, şekilsiz, yakışıklı
- καλπασμός στα τούρκικα - dörtnal, dörtnala, galo, koşturmak, acele götürmek
- καλόβουλος στα τούρκικα - huylu, temperli, temperlenmiş, tempered, tavlanmış
Τυχαίες λέξεις
Καλπάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dörtnal, dörtnala, galo, koşturmak, acele götürmek
Μεταφράσεις: dörtnal, dörtnala, galo, koşturmak, acele götürmek