Λιθοβολώ στα τούρκικα
Μετάφραση: λιθοβολώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kayaç, taş, kaya, sürat, post, aralıksız vurmak, bardaktan boşanırcasına yağmak, posteki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιθοβολώ
λιθοβολώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, λιθοβολώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λιγοστός στα τούρκικα - az, yetersiz, zayıf, yetersiz bir, kıt, meager
- λιγόλογος στα τούρκικα - suskun, taciturn, konuşmaz, suskun bir
- λιθοστρώνω στα τούρκικα - kaldırım taşı, Arnavut kaldırımı, parke taşı, kabaca birleştirmek, pençe vurmak
- λικνίζομαι στα τούρκικα - liknizomai
Τυχαίες λέξεις
Λιθοβολώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kayaç, taş, kaya, sürat, post, aralıksız vurmak, bardaktan boşanırcasına yağmak, posteki
Μεταφράσεις: kayaç, taş, kaya, sürat, post, aralıksız vurmak, bardaktan boşanırcasına yağmak, posteki